- τοξινοθεραπεία
- ηπαθητική ανοσοποίηση με τη χρησιμοποίηση μικροβιακών τοξινών.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
τοξινοθεραπεία — η, Ν ιατρ. θεραπεία που συνίσταται στη χρήση τοξινών, ιδίως μικροβιακών … Dictionary of Greek